Sunday, February 25, 2007

25.02.1907

Καυλιάρικό μου μωρό, ξεπεσμένε μου Νινίνιο...
βρίσε αυτή την αρρώστια που με κράτησε μακρυά σου... Ναι μωρό μου ήμουν άρρωστη, το ξέρεις, μα δεν έπαψα να σε σκέφτομαι, δεν έπαψα να αυνανίζομαι δυνατά για σένα. Φρουρούμενη , χωρίς ενα μολύβι κι ένα χαρτί να μπορώ να σου γράψω. Όμως κρυφά κάτω απο τα σκεπάσματα κι όταν όλοι κοιμόντουσαν έχωνα με μανία τα χέρια μου μέσα μου, σκεφτόμενη τα δικά σου κιτρινιάρικα απο τα τσιγάρα χέρια. Είμαι μόνη τώρα και κουρασμένη. Κι εσύ ασφαλώς θα με έχεις ξεχάσει. Ίσως να σοδομίζεις καμιά άπειρη μικρούλα απαυτές που σ'αρέσουν. Ω πόσο με καυλώνει αυτή ιδέα! Πόσο θα'θελα να είμαι εκεί να σε βλέπω να το κάνεις. Μα άσε με να σου πω για τον καιρό που πέρασα μακρυά σου μιας και ξέρεις πως ότι και να μου συμβαίνει δεν μπορώ να μείνω ήσυχη. Και πίστεψέ με ξεκωλιάρη μου Φερνάντο έγινα πολύ καλό κορίτσι αυτόν τον καιρό και δεν είμαι καθόλου περήφανη γι'αυτό. Θυμάσαι το νεαρό σκηνοθέτη Μ; Αυτόν που γνώρισα πριν ένα μήνα περίπου; Σου είπα λίγα στα βιαστικά μας τηλεφωνήματα μα δε σου είπα για κείνο το γαμήσι που έκανα μαζί του μέσα στο αυτοκίνητο. Άσε με να σου πω. Δεν τον βλέπω συχνά σου είπα. Φοβάμαι να μην τον ερωτευτώ και πιό πολύ φοβάμαι μη μ'ερωτευτεί εκείνος. Εϊναι τόσο όμορφος. Έχει το πιό ομορφο στέρνο του κόσμου. ΄Λοιπόν με κάλεσε για φαγητό. Και πήγα. Μισοάρρωστη αλλά πήγα. Κουρασμένη και ταλαιπωρημένη. Θυμάσαι που σου είχα πει πως θα έχει τον πιό ωραίο πούτσο του κόσμου; Ω ναι μωρό μου! είχα τόσο δίκιο. Ξέρεις πως η Οφηλίνα σου δεν πέφτει έξω σ΄'αυτά. Άσε με να στα πω από την αρχή. Πήγαμε για φαγητό. Δε μιλούσαμε πολύ. Κι εκείνος δε μιλούσε πολύ. Περάσαμε πολύ ώρα προσπαθώντας τάχα να συμφωνήσουμε στο τί θα φάμε μιας κι εγώ δεν τρώω κρέας κι εκείνος δεν τρώει τυριά. Αυτή είναι η απόλυτη καύλα Νινίνιο μου. Να μιλάς με κάποιον για το κρέας και το τυρί και να καυλώνεις σα να σου λεγε "θέλω να στον χώσω όλον τώρα". Του είχα φτιάξει δύο δώρα. Το ένα του το έδωσα, και το άλλο του το φυλούσα. Φάγαμε και πέρασε η ώρα. Αποφασίσαμε να φύγουμε. Εϊχε κρύο. Το σπίτι του είναι κοντά στο εστιατόριο μα επέμεινα να τον πάω εγώ κι εκείνος δέχτηκε. Ωωω αυτή η συστολή του με τρελλαίνει. Με φτιάχνει σχεδόν όσο ο τρόπος που με γλείφεις. Μπήκε στο αυτοκίνητο. Του είπα πως πρώτα θα του δώσω το δεύτερο δώρο του κι εκείνος έκλεισε τα μάτια. Άνοιξα την τσάντα μου κι έψαχνα την μικροσκοπική κατασκευή που σκάρωσα για'κείνον. Σκυμένη όπως ήμουν σήκωσα τα μάτια μου και τον είδα να κρυφοκοιτάζει τα βυζιά μου, αυτά που μόνο εσύ ξέρεις πόσο εύκολα καυλώνουν. Φορούσα ένα φουστάνι με διπλό ύφασμα κι απο μέσα το αγαπημένο μου σουτιέν. Και κάτω από όλα αυτά τα ρούχα, οι ρώγες μου έιχαν σκληρύνει και μπορούσα να τις νιώσω. Σκέψου Νινίνιο μου! Οι μεγάλες μου ρώγες καυλωμένες να λαχταράνε τη γλώσσα του μικρού σκηνοθέτη! Έβγαλα το δωράκι του από την τσάντα μου και του το έδωσα. Δεν έδωσε καμία σημασία. Με κοίταζε με το πιό καυλωμένο βλέμμα του κόσμου. Μ'αυτό που μπορεί να παραλύσει και σιδηρόδρομος. Ξέρεις ποιό. Εκείνο που έχω κι εγώ όταν περιμένω το χέρι σου να με γαμήσει. Τον κοίταξα κι εγώ και πριν προλάβω να καταλάβω τί συμβαίνει είχε χώσει το κεφάλι του άτσαλα μέσα στα βυζιά μου και με μύριζε, ανέπνεε δυνατά τη μυρωδιά μου και μούγκριζε δυνατά. Κατέβασε το φουστάνι μου και έβγαλε έξω το στήθος μου. Μεγάλο και σκληρό με τα ρούχα και το σουτιέν να το πιέζουν. Άρχισε να γλείφει τις ρώγες μου με μεγάλη καύλα, να τις ρουφάει να τις τσιμπάει με τα δάχτυλά του μουγκρίζοντας όλο και πιό δυνατά. Άρχισα να αφήνομαι όλο και πιο πολύ και πριν προλάβω να βάλω το χέρι μου στο παντελόνι του , μου το άρπαξε και το έβαλε έκεί μόνος του. Και τότε Νινίνιο μου , το λέω και τρέμω, έπιασα τον πιό ωραίο πούτσο όλου του κόσμου. Ένα έργο τέχνης μωρό μου, ένα τεράστιο ολοζώντανο ζώο μέσα στα πόδια του, ζεστό και καυλωμένο μόνο για μένα. Όρθιο και υγρό. Έσκυψα και τον μύρισα. Κι εκείνος αρρώστησε. Ύστερα άρχισα να τον ακουμπάω σε όλο μου το πρόσωπο χωρίς να βάζω τα χέρια μου. Τον έτριβα επάνω στο πρόσωπό μου, στα μάτια μου, στο σαγόνι μου, στο λαιμό, ώσπου άνοιξα το στόμα μου και τον ρούφηξα δυνατά. Ξέρεις πως το κάνω έτσι δεν είναι; Πες μου πως δεν ξέχασες πως το κάνω. Ήθελα να με καμαρώσεις , να με δείς πόσο πολύ τον καύλωνα και πόσο καύλωνα κι εγώ. Σκυμμένη πάνω του να τον γλείφω δυνατά, κι εκείνος να βγάζει σταγόνες καύλας τις οποίες να μην αφήνω να ζήσουν παρα μόνο μερικά δευτερόλεπτα. Να τις πνίγω μεσα στο σάλιο μου. Να τον ακούω να μουγκρίζει σαν ζώο, και να μουγκρίζω κι εγώ κι όλη η δόνηση αυτή να μεταφέρεται στον πούτσο του και να τον καυλώνει κι αλλο. Σα να κρατάω δυναμίτη. Σκεφτόμουν πόσο όμορφα θα χύνει. Πόσο όμορφα θα με χύσει κι ευχόμουν να ναι πολύ. Να χορτάσω (αν αυτό μπορεί να γίνει ποτέ). ΈΒαλε το χέρι του απο πίσω μιας και όπως ήμουν σκυμμένη αυτό ήταν το μοναδικό μέρος που μπορουσε να φτάσει. Τεντώθηκε και με δυσκολία έφτασε στο πλυμμηρισμένο μου αιδοίο (ξέρω πως καυλώνεις να το λέω έτσι). ΈΝιωθα τα δάχτυλά του να με ψαχουλεύουν, να με πασπατεύουν, να χώνονται χωρίς σειρά μέσα μου κι άρχισα να τρίβομαι να σπρώχνομαι πανω τους. Έβγαλε τα χέρια του και μου τα χωσε στο στόμα. Τα έγλειψα μαζί με τον πούτσο του. Να'βλεπες το στόμα μου τόσο ανοιχτό μωρό μου πόσο θα καύλωνες. Πόσο! Είμαι σίγουρη πως αν έβλεπες τον πούτσο του θα ήθελες να τον γλείψεις κι εσύ. Σε φαντάζομαι να τον γλείφεις και να με κοιτάς και λιώνω. Ξαναέβαλε τα χέρια του και τον ένιωσα να ψάχνει να βρεί την τρύπα που αγαπάς. Ναι μωρό μου καλά κατάλαβες. Τον πρωκτό μου. ΕΚεί. Εκείνη την ερμητικά κλειστή τρύπα που μπορεί να ανοίξει σα λουλούδι για σένα. Έκλεισα τα μάτια μου και φανταζόμουν πώς θα είναι σαν ανοίγει σιγά σιγά, πώς ετοιμάζεται. Ω θέ μου πόση καύλα μπορούν ν'αντέξουν τα σώματά μας. Εσύ που είσαι δάσκαλος. Πές μου πόση! Είσαι παντού σε κάθε όργιό μου. Σε κάθε καυλωμένη μου στιγμή. Τί να σου πρωτοπώ! Αρχίσαμε να νιώθουμε κι οι δυο πως δεν αντέχουμε άλλο. Δεν είχαμε προφυλακτικό κι έτσι δεν μου τον έχωσε...Τι κρίμα! Όμως τον ένιωθα να ετοιμάζεται να με ποτίσει. Οι κινήσεις των χεριών του έγιναν αργές. Δεν είχε δύναμη να ασχοληθεί άλλο μαζί μου. Ήθελε να με χύσει, και ωωωω θα λιώσω , άρχισε να με χύνει με ζεστά , πηχτά σάλια καύλας, σαν κάποιος να έχει σημαδέψει με ένα βέλος τ'αρχίδια του. Τι υπέροχα που με έχυνε. Στο πρόσωπο, στο λαιμό, στο στόμα, προσπαθούσα να προλάβω να καταπιώ. Τι όμορφα, τι τρυφερά, τί βρώμικα και χορταστικά! Βούτηξέ το χέρι του μέσα στο κρασί που είχαμε μαζί μας και με σκούπισε. Μου έγλειψε το πρόσωπο. Μάλλον μου χαμογέλασε με εκείνη τη ντροπή που με στέλνει. Του χαμογέλασα κι εγώ. Δεν περίμενε να τον πάω σπίτι. Άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου και βγήκε. Έφτασα σπιτι μισοζαλισμένη και καυλωμένη ακόμα μιας και δεν τον έχυσα.΄Γύρισα σπίτι και γαμήθηκα μόνη μου μωρό μου. Με σενα στο μυαλό. Με όλα αυτά μαζί. Τον πόυτσο του Μ, τον δικό σου, όλα μαζί κουβάρι στο μυαλό μου. Έχυσα δυνατά και γρήγορα. Πολύ γρήγορα. Άρρωστα. Έτσι με πήρε ο ύπνος. Φερνάντο μου, η Οφηλίνα δεν θα αλλάξει ποτέ. Η καύλα της δεν θα την αφήσει ποτέ. Είμαι τόσο χαρούμενη γι αύτο αν και ξέρω πως είναι ο στραβός ο δρόμος. Πόσο μ'αρέσει να παραπατάω. Πόσο! Κι ύστερα να σου τα λέω όλα μωρό μου, όλα με όλες τις λεπτομέρειες. Ιδρώνω κι αρρωσταίνω. Πρέπει να φύγω καυλιάρη μου, βρωμικε Νινίνιο. Πάρε το πιό σιχαμερό φιλί του κόσμου.
Η πάντα καυλωμένη και ξεκωλιάρα σου
Οφηλίνα...